Του  Ανδρέα Μήλιου*
Η εκλογή του Trump στις ΗΠΑ θα απασχολήσει, το προσεχές διάστημα, ως γεγονός πολυπαραγοντικών ερμηνειών, τη σκέψη και την κρίση επιστημόνων πολλών επιστημονικών πεδίων, και σίγουρα θα δώσει τροφή σε πολιτειολόγους, κοινωνιολόγους, φιλοσόφους, ιστορικούς, ψυχολόγους, ψυχαναλυτές και  ψυχιάτρους. Και δικαιολογημένα, διότι το αποτέλεσμα της εκλογής θέτει ζητήματα πολιτικής, κοινωνιολογικής και ψυχολογικής συμπεριφοράς των εκλογέων, που επηρεάζουν την λειτουργία της ίδιας της δημοκρατίας. Γιατί το 8% των Αφροαμερικανών και το 29% των Ισπανόφωνων Αμερικανών ψήφισαν για πρόεδρο έναν ξενοφοβικό, ρατσιστή και σεξιστή που υποσχέθηκε ότι θα απελάσει όλους τους μη νόμιμους μετανάστες  και θα κτίσει τείχος στα σύνορα του Μεξικού; Γιατί οι άνδρες άνω των 45 ψήφισαν Τράμπ και η πλειοψηφία του συνόλου των γυναικών Κλίντον; Γιατί το 52% των νέων ψήφισε Κλίντον και η πλειοψηφία των ηλικιωμένων Τράμπ και γιατί το 67% των ψηφοφόρων χωρίς ανώτατη μόρφωση ψήφισε Trump; Γιατί η Κλίντον, τυπική εκπρόσωπος του κατεστημένου, μειοψήφησε στις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις και στους λευκούς και ο Τραμπ, ένας εκκεντρικός μεγιστάνας με σκοτεινό παρελθόν που γιγαντώθηκε μέσα στο σύστημα, πλειοψήφισε στους λευκούς βιομηχανικούς εργάτες;
Τα αίτια αυτής της εκλογικής συμπεριφοράς είναι πολυσύνθετα και πολυπαραγοντικά και θα δυσκολευόταν να τα εντοπίσει ακόμα και ο μεγάλος φιλόσοφος Αριστοτέλης, ο  θεμελιωτής της λογικής επιστήμης, αφού δεν έχουν ίχνος λογικής. Ωστόσο, ο εντοπισμός των αιτίων αυτών είναι άξιος προσπάθειας και λόγου.
Αρχικά, το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών δεν πρέπει να εξετασθεί ως ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά ως γεγονός με παγκόσμια συνάφεια. Ο σπόρος του λαϊκισμού, του ξενοφοβισμού και του ρατσισμού φύτρωσε αρχικά στις ευρωπαϊκές χώρες με ισχυρή και βαθιά δημοκρατική παράδοση, όπως η Γαλλία, η Αγγλία, η Ολλανδία και η Σκανδιναβία, και σχεδόν ταυτόχρονα επεκτάθηκε και στις χώρες του άδοξα τεθνεώτος υπαρκτού σοσιαλισμού που, κάτω από το ζυγό του σοβιετικού ολοκληρωτισμού, ατύχησαν να γευτούν τα ελέη της δημοκρατίας και του πλουραλισμού. Η ανάπτυξη φαινομένων ξενοφοβισμού και ρατσισμού στις δεύτερες εξηγείται εύκολα από την απουσία δημοκρατικής παιδείας και την έλλειψη δημοκρατικής παράδοσης.  Διότι έχοντας βιώσει επί δεκαετίες τον διεθνή απομονωτισμό, αδυνατούν να συγχρωτισθούν με την πολυπολιτισμικότητα, την διαφορετικότητα και τον πλουλαρισμό.  Γι’ αυτό και οι απόψεις που θα διατυπωθούν δεν αφορούν αυτές τις χώρες αλλά εκείνες που τους τελευταίους δύο περίπου αιώνες έζησαν εν δημοκρατία. 
Τα τελευταία χρόνια, στις δυτικές ώριμες δημοκρατίες,  οι ψηφοφόροι  ψηφίζουν με κριτήριο το θυμικό τους, στοχεύοντας στην τιμωρία του πολιτικοκοινωνικού κατεστημένου. Ψηφίζουν με δυσπιστία και μνησικακία, με βάση έναν ανεξιχνίαστο συναισθηματικό ανορθολογισμό. Ψηφίζουν οργισμένα και αντισυστημικά κατά του κατεστημένου που ελέγχει την πολιτική, την οικονομία και τα ΜΜΕ, το οποίο θεωρούν ότι  είναι ο βρόγχος που πνίγει την δημοκρατία. Ψηφίζουν κατά της διαπλοκής των πολιτικο-οικονομικών συμφερόντων, της διαφθοράς, της αδιαφάνειας, του πελατειασμού και του πολιτικού επαγγελματισμού, που πιστεύουν ότι τους στερούν την ελπίδα για καλύτερη ζωή. Οι ψηφοφόροι αυτοί δεν είναι ούτε κοινωνικοί ουραγοί, ούτε αναρχικοί, αλλά η μεσαία τάξη που φθίνει συνεχώς και βλέπει το επίπεδο της ζωής να υποβαθμίζεται διαρκώς. Καλείται να καταβάλλει περισσότερους φόρους, να εργασθεί περισσότερες ώρες με μικρότερη αμοιβή, να λάβει μικρότερη σύνταξη, τη στιγμή που βλέπει την άρχουσα τάξη να ευημερεί, να αυξάνει την περιουσία και τον πλούτο της και την φοροδιαφυγή να αντιμετωπίζεται ως ανίκητη Λερναία Ύδρα.
Η εκλογική αυτή συμπεριφορά είναι κατανοητή και δικαιολογημένη, αλλά παράλληλα αλυσιτελής. Το να επιλέγει κανείς τους εθνικούς αντιπροσώπους του με βάση τα αρνητικά φορτία του θυμικού του και ιδίως με εκδήλωση της οργής είναι αυτοκαταστροφικό. Η ανθρωπότητα έχει βιώσει  πολλές φορές στο παρελθόν τα αποτελέσματα αυτής της συμπεριφοράς. "Ουδείς ουδέν  μετ’ οργής ασφαλώς βούλεται" (Κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί με σύνεση όταν είναι οργισμένος) έγραψε ο Ευριπίδης και "Πολλά έστι του θυμού φοβερά, πολλά  δε και γελοία" συμπλήρωσε ο Πλούταρχος. Λόγια διατυπωμένα πριν από διόμισυ χιλ. χρόνια που αντιστοιχούν εκατό τοις εκατό στη σημερινή πραγματικότητα, σαν να πρόκειται για ιερή προφητεία. 
Εάν δεν κινητοποιηθούν νέες άφθαρτες δυνάμεις κατά της επικρατούσας ηθικής και θεσμικής υποβάθμισης και έκπτωσης των δημοκρατικών θεσμών, θα δικαιωθεί η θεωρία ενός ακόμα διανοητή της αρχαιότητας του Πυθαγόρα, σύμφωνα με την οποία τα γεγονότα επαναλαμβάνονται με κάποια μορφή στο διηνεκές και τίποτα δεν είναι αποκλειστικά καινούριο. Η θεωρία, δηλαδή, την οποία, αιώνες αργότερα, ασπάσθηκε ο Νίτσε και την ονόμασε "αιώνια επιστροφή" (Ewiger Rueckkehr) των όσων συμβαίνουν στον κόσμο. 
Η ρητορική του Τραμπ για περήφανο έθνος, επανάκτηση της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας, ομαδικές απελάσεις, κ.λ.π. έχει πολλά κοινά με την ρητορική του σφαγέα της Ευρώπης.
Το ίδιο αναποτελεσματική, βέβαια, είναι και η εκλογική συμπεριφορά που στοχεύει στην διατήρηση του υπάρχοντος κοινωνικοπολιτικού κατεστημένου. Οι κυριαρχούσες ελίτ δεν είναι διατεθειμένες να απαρνηθούν τα προσοδοφόρα προνόμια και οφέλη που τους επιδαψιλεύει το ελεγχόμενο από αυτούς ισχύον καθεστώς. Θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν κάθε μέσο, προκειμένου να μην διακοπεί η διαδικασία προσπορισμού  αυτών των οφελών, αδιαφορώντας για το βιοτικό επίπεδο και τις προοπτικές των παιδιών του κατώτερου θεού.
Συνεπώς, το ερώτημα που τίθεται είναι εάν το υπάρχον αξιακό κεκτημένο του σύγχρονου κράτους δικαίου μπορεί να διασωθεί και η κατάσταση να αναταχθεί. Προσωπικά πιστεύω, και αυτό υποστηρίζω στο τελευταίο υπό έκδοση βιβλίο μου, ότι η κατάσταση μπορεί να αντιστραφεί μόνο με την υιοθέτηση κομβικών θεσμικών αλλαγών που θα απονευρώσουν το υπάρχον πολιτικοκοινωνικό κατεστημένο, βασικότερη και αναγκαιότερη των οποίων θεωρώ ότι είναι η απεπαγγελματοποίηση της πολιτικής. Η μετατροπή, δηλαδή, των πολιτικών αξιωμάτων της κεντρικής πολιτικής σκηνής σε λειτουργήματα προσφοράς στην πατρίδα.
Η υλοποίηση αυτής της θεσμικής αλλαγής προϋποθέτει θέσπιση ανώτατου ορίου θητειών, μιας ή το πολύ δύο, στα εν λόγω αξιώματα, κατάργηση των ιδιαίτερων προνομίων που τα συνοδεύουν και αποπολιτικοποίηση των θέσεων ευθύνης των δημόσιων οργανισμών και της διοίκησης. Με την θεσμική αυτή αλλαγή το δημοκρατικό πολίτευμα θα έχει σημαντικά οφέλη, με κυριότερο την αποκατάσταση της διαρραγείσας εμπιστοσύνης μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων. Ειδικότερα, το δημοκρατικό πολίτευμα θα απαλλαγεί από τα φαινόμενα οικογενειοκρατίας, ευνοιοκρατίας και  φαβοριτισμού και από την επιβίωση ανένσημων, ανεπάγγελτων, ατάλαντων και καιροσκόπων πολιτικών. Θα καταπολεμηθεί η αδηφαγία της εξουσίας και θα αιματωθεί η  πολιτική σκηνή με άτομα από τον υγιή παραγωγικό ιστό, τα οποία δεν επιθυμούν να συγχρωτισθούν με την επικρατούσα διαφθορά και μετριοκρατία. Θα διαρραγεί ο υπόγειος δίαυλος της διαπλοκής και της αδιαφάνειας που συνδέει τα διαπλεκόμενα συμφέροντα με τους επαγγελματίες πολιτικούς. Θα καταπολεμηθεί ο πελατειασμός  που απομυζά τον κοινωνικό ιστό και αλλοιώνει την ουσία και το νόημα της ισονομίας, της ισοπολιτείας και της αξιοκρατίας. Θα ανακτηθεί η προσωπική αξιοπρέπεια και αυτονομία των βουλευτών που, απαλλαγμένοι από το άχθος της επανεκλογής, θα αποφασίζουν με κριτήριο την προσωπική τους κρίση και συνείδηση και την έγνοια του δημόσιου συμφέροντος.
Είναι η θεσμική αυτή παρέμβαση εφικτή ή ρομαντική; Ίσως είναι ρομαντική, διότι θα πρέπει να τη λάβουν οι ίδιοι οι αντιπρόσωποι του έθνους που προσπορίζονται τα ελέη της εξουσίας, και, όπως είναι φυσικό, κανείς δεν κόβει το κλαδί επάνω στο οποίο κάθεται. Όμως, οι πολιτικοί πρέπει να είναι, εκτός των άλλων, και διορατικοί. Διαφορετικά, σύντομα θα διαπιστώσουν ότι το ρητό "Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι" έχει διαχρονική ισχύ. Η σύγχρονη ιστορία πολλών χωρών βρίθει περιπτώσεων ακύρωσης, ευτελισμού και εκδίωξης ολόκληρων πολιτικών τάξεων.
*Ο Ανδρέας Μήλιος είναι Διδάκτορας Πολιτειολογίας του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, Οικονομολόγος με ειδίκευση στο Μάρκετινγκ.